- πλασμίνη
- η, Ν(βιοχ.) πρωτεάση που εξασφαλίζει την ινωδόλυση και μπορεί να απελευθερώσει κινίνες από τα κινινογόνα και η οποία υπάρχει στο πλάσμα τού αίματος υπό ανενεργό μορφή, γνωστή ως πλασμινογόνο.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. plasmin < πλάσμα + -ίνη].
Dictionary of Greek. 2013.